- αντιπαράλληλη ροή αίματος
- Προσαρμοστικός μηχανισμός με τον οποίο μειώνονται οι απώλειες θερμότητας του σώματος των ομοιόθερμων ζώων (θηλαστικών και πτηνών) που ζουν σε πολύ ψυχρό περιβάλλον. Οι αρτηρίες και οι φλέβες που βρίσκονται στην ουρά, στα πόδια και στα πτερύγια αυτών των ζώων, δηλαδή στα πιο εκτεθειμένα και συχνά γυμνά μέρη, βρίσκονται πολύ κοντά και αναπτύσσονται παράλληλα μεταξύ τους, αλλά έχουν αντίθετη ροή αίματος. Αυτή η διάταξη επιτρέπει να γίνεται κανονικά η ανταλλαγή των αερίων και ταυτόχρονα να μεταφέρεται θερμότητα από τις πιο θερμές αρτηρίες προς τις πιο ψυχρές φλέβες και με αυτές πίσω στο κυρίως σώμα του ζώου, πριν το αρτηριακό αίμα φτάσει στα ακρότατα σημεία και ψυχθεί. Έτσι, είναι πιθανόν να παρατηρούνται μεγάλες διαφορές θερμοκρασίας (πάνω από 35°C) ανάμεσα στο ανώτερο και στο κατώτερο άκρο των ποδιών ενός υδρόβιου πτηνού ή ανάμεσα στο σώμα και στα πτερύγια ή την ουρά ενός υδρόβιου θηλαστικού, χωρίς επιπτώσεις στη φυσιολογική λειτουργία τους.
Dictionary of Greek. 2013.